Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Σὲ σένα μιλῶ ὑποψήφιε, ποὺ βγαίνεις σὲ ἰστοσελίδες καὶ σὲ κανάλια χαμογελαστὸς μὲ μητροπολίτες, φιλᾶς σταυροὺς ἁγιασμῶν καὶ ἀναγιγνώσκεις τὸ «Πιστεύω»....

 Γράφω σὲ σένα, ὑποψήφιε πολιτικέ το δήμου καὶ τῆς περιφέρειας καὶ τῆς εὐρωβουλῆς.  Δὲν μὲ ξέρεις προσωπικά, οὔτε ποτὲ συζητήσαμε. Οὔτε ἔχω ἀνάγκη νὰ μὲ μάθεις προσωπικά, γιατί χάρες δὲν θέλω νὰ ζητήσω.
Ὅμως ἄνοιξες τὴν κουβέντα πρῶτος, ζητώντας μου τὴν προσωπική μου ψῆφο γιὰ νὰ μὲ κυβερνήσεις ὡς δημότη καὶ νὰ μὲ ἐκπροσωπήσεις ὡς πολίτη καὶ στὴν Εὐρωβουλή.
Σὲ βλέπω αὐτὲς τὶς μέρες, ποὺ ἔρχεσαι στὸν ναὸ ποὺ προσεύχομαι, σὲ βλέπω ποὺ ἐπισκέπτεσαι καὶ ἀνταλλάσσεις χειραψίες μὲ τοὺς ἱερεῖς τῆς ἐνορίας μου καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς μητρόπολής μου. Βγαίνεις σὲ ἰστοσελίδες καὶ σὲ κανάλια χαμογελαστὸς μὲ μητροπολίτες, φιλᾶς σταυροὺς ἁγιασμῶν, σηκώνεσαι ἀπὸ τὸ πρωτοκάθισμα μπροστὰ στὸ προσευχόμενο ἐκκλησίασμα τὴν Κυριακὴ καὶ ἀναγιγνώσκεις τὸ «Πιστεύω» ἀλάνθαστα μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο.
Βέβαια δὲν θυμᾶμαι νὰ σὲ ἔχω δεῖ καὶ πολὺ συχνὰ ἄλλες φορὲς κοντά μου Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία, ἢ σὲ κάποια ὑποφωτισμένη βραδυνῆ ἀγρυπνία. Εἶσαι ἤδη πολιτικὸς ἐνεργός, καὶ εἶμαι σίγουρος πὼς αὐτὸ σημαίνει συχνὰ φορτωμένος μὲ ἄλλες ὑποχρεώσεις. Φαντάζομαι ἀγρυπνεῖς τὰ βράδια, ἀλλὰ καὶ ξεχνιέσαι στὴ δουλειὰ τὰ πρωινὰ πολλῶν Κυριακῶν ὥστε νὰ νομοθετήσεις σωστὰ γιὰ τὸ καλό τς πόλης μου καὶ γιὰ τὸ καλό τς Εὐρώπης. Γι'΄αὐτὸ τὶς Κυριακές, ἂν καὶ δὲν σὲ βλέπω, προσεύχομαι γιὰ σένα ὅταν ὁ ἱερέας μᾶς καλεῖ νὰ....
δεηθοῦμε «ὑπὲρ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἐν τῷ κράτει τοῦτο».
Τώρα ὅμως προεκλογικά, φαίνεται νὰ ἔχεις πιὸ ἔντονα τὴν ἀνάγκη νὰ προσευχηθεῖς δημόσια κοντά μου. Καί, μιᾶς καὶ στέκομαι λίγα στασίδια παραπίσω, δὲν εἶναι καὶ τόσο κακὸ νὰ σὲ κρατήσω στὴ μνήμη μου γιὰ ὅταν θὰ βάζω σταυρουδάκια στὴν κάλπη. Θέλω ὅμως πάρα πολὺ νὰ σοὺ ἐπισημάνω μερικὰ πράγματα, ποὺ μέσα στὸ φόρτο καὶ τὴν παραζάλη τῆς πολιτικῆς σου καθημερινότητας ἴσως νὰ σοῦ διαφεύγουν.
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, μὰ τὴ μασονία δὲν τὴν ἀποκήρυξες ποτὲ δημόσια. Κι ἃς ἔχει καταδικάσει ἐπίσημα ἤδη τρεῖς φορὲς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὴν ἰδιότητα τοῦ μασώνου ὡς ἀπόλυτα ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ. Ἂν ζητᾶς τὴν ψῆφο μου λοιπόν, πές μου ἀνοιχτὰ ὅτι δὲν εἶσαι μασῶνος, γιατί δὲν θέλω νὰ ψηφίσω ἐν ἀγνοία μου μασώνους νὰ μὲ ἐκπροσωποῦν.
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, μὰ τὸ μελάνι σου ἀκόμα δὲν ἔχει στεγνώσει ἀπὸ εὐρωψηφίσματα ὑπὲρ τῆς ὁμοφυλοφιλίας, καὶ ἀπὸ ἐγκρίσεις παρελάσεων ἀνωμάλων στὶς γειτονιὲς ποὺ ζῶ. Όμως ἴσως δὲν ἔχεις συνειδητοποιήσει πόσο ἀδίστακτα καὶ βάναυσα προσβάλεις τὴν Βασίλισσά μου Παναγία, ἀφοῦ ξέρεις καλὰ ὅτι Αὐτὴ εἶναι ἡ κατ’ἐξοχὴν Προστάτιδα τῆς Παρθενίας καὶ τῆς Μητρότητας. Ὅμως ἐσὺ προτιμᾶς νὰ κάνεις ὑπακοὴ στοὺς μισάνθρωπους προωθητὲς τῆς ὁμοφυλοφιλίας, μίας ἀνωμαλίας ποὺ εἶναι κατ’ἐξοχὴν ἐχθρικὴ στὶς ἀξίες τόσο τῆς Παρθενίας ὅσο καὶ τῆς Μητρότητας. Φοβᾶσαι μὴν σὲ ποῦν «ὁμοφοβικὸ» (sic); Δικαίωμά σου! Ὅμως μὴν ζητᾶς ὑποκριτικὰ ψῆφο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εὐλαβοῦνται τὴν Ἀειπάρθενο Μητέρα! Ἂν ζητᾶς τὴν ψῆφο μου, μάθε πὼς θέλω νὰ ἐκλέξω ἐκείνους ποὺ θὰ μιλήσουν τὴ γλώσσα τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων. Ὄχι τὴ γλώσσα τῶν ἀμετανόητων ἐκφύλων. 
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, ὥστε, σὰν βγεῖς ἀπὸ τὸν ναὸ σήμερα καὶ αὔριο μπεῖς στὸ δημαρχεῖο νικητής, νὰ ξοδεύεις τὴν ἐνέργειά σου –καὶ τὸ βιός μου - γιὰ νὰ χτίσεις τζαμιὰ στὴ γειτονιά μου. Να στήσεις τὴν ἡμισέληνο πάνω στὴν περιουσία τοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ (τί εἰρωνεία! ναί, εἶναι τὸ ἴδιο ἔνδοξο Ναυτικό του σεπτοῦ Κανάρη ποὺ καταναυμάχησε ἀμέτρητες ἡμισελήνους, ἐκδικούμενο τὶς γενοκτονίες ποὺ διέπραττε τὸ ἀνόσιο ἰσλὰμ στοὺς προγόνους μου). 
Σὲ καταλαβαίνω βέβαια. Αὐτοὶ ποὺ θέλουν τζαμὶ δὲν ἔχουν λεφτὰ νὰ τὸ χτίσουν, καθὼς ἤδη θυσίασαν ὅλες τὶς οἰκονομίες τους γιὰ νὰ μποῦν παράνομα στὴν πατρίδα μου. Οὔτε ποὺ ἀσχολήθηκες ἂν μεταξύ τους, σιίτες καὶ σουνίτες, σφάζονται. Κι ἂν δὲ σφάζονται μεταξύ τους, σφάζουν καὶ σταυρώνουν κι ἀποκεφαλίζουν χριστιανοὺς στὶς δικές τους πατρίδες. Ἐσὺ λατρεύεις ἐπιδέξια τὴ «θεὰ» τῆς πολυπολιτισμικότητας, καὶ θὰ καταφέρεις νὰ μᾶς μονοιάσεις ὅλους κάτω ἀπὸ ἕνα μεγάλο τζαμὶ –γιατί τζαμὶ δείχνει νὰ εἶναι τελικά το σπίτι τῆς περίεργης καὶ ἀλλήθωρης αὐτῆς «θεᾶς» ποὺ προσκυνᾶς. Εἶναι τὸ ἴδιο μέρος ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ προσκυνήσουν, μὲ τίμημα τὴ ζωή τους, οἱ ἑκατοντάδες Νεομάρτυρες τῆς Πίστης τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὰ χρόνια τς χολερικῆς ἰσλαμοτουρκοκρατίας στὴν πατρίδα μου.
Ἐξάλλου, καὶ στὴν εὐρωβουλὴ ποὺ θὲς νὰ μπεῖς, δὲν μοῦ εἶπες πὼς θέλεις νὰ ἀλλάξεις αὐτὴν τὴν περίεργη συμφωνία, ὅπου εἶναι ἀποδεκτὸ οἱ λαθρομετανάστες νὰ κάθονται στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ἀπαράδεκτο νὰ κάθονται στὴ Γερμανία ἢ στὴν Ἀγγλία ἢ στὴν Ὀλλανδία. Αὐτὸ λοιπὸν θὰ τὸ λύσεις μὲ ἕνα εὐρύχωρο τζαμὶ σὲ κάθε γειτονιά μου. Πράγματι, ὡς ὀξυδερκὴς πολιτικός, ξέρεις νὰ ἀνακαλύπτεις φτηνότερη καὶ πρακτικότερη λύση ἀπὸ τὸ νὰ τοὺς κόβεις εἰσιτήρια καὶ βίζες γιὰ τὸ ἐπικείμενο τζαμὶ τῆς Ἁγίας Σοφίας (ζήτημα γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν σὲ ἄκουσα νὰ διαμαρτύρεσαι – ξέρω, δὲν σ’ἀρέσει νὰ γίνεσαι ἐνοχλητικὸς παραέξω, μόνο στὸ σπίτι μου καὶ στὴ γειτονιά μου).
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, καὶ ἀκόμη δὲν ἔχεις κλείσει τὸ ἀκουστικὸ ἀπ’τὰ τηλέφωνα μὲ τοὺς «Σοροὺς τῆς Σιῶν». Ναι, μὲ αὐτοὺς πού σου στέλνουν συχνὰ χρήματα, δημοσιότητα καὶ παλαμάκια, μὲ ἀντάλλαγμα συστάσεις καὶ ὁδηγίες γιὰ τὸ πῶς θὰ φτιάξεις τὸ μέλλον τῶν δικῶν μου παιδιῶν.
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, κι ἃς μὲ τραβᾶς ἐπίμονα ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τὴν Κυριακή, νὰ προσκυνήσω τὸν Μαμωνὰ ἀντὶ γιὰ τὸν Χριστό. Στ’ ἀλήθεια, τί θὰ ἔλεγες ἂν ἔβλεπες μπροστά σου τὸν Σεπτὸ Πατρο-Κοσμᾶ, μὲ τὰ σημάδια τῆς ἀγχόνης ἀκόμη στὸν ἅγιο λαιμό του, ἀπὸ ἐκείνους ποῦ μισοῦσαν τὴν Κυριακὴ ἀργία; Θὰ ζητοῦσες ἄραγε κι ἀπ’αὐτὸν νὰ λεριάσει τὴν πίστη του μὲ τὶς πενταροδεκάρες ἀπ’ τὰ ψώνια τῆς Κυριακῆς; Ἴσως πρῶτα νὰ θὲς νὰ ἀναστήσεις τὸν Μωυσῆ καὶ νὰ τὸν διαφωτίσεις μὲ τὴ δική σου ἀντικατάσταση στὴν Τέταρτη Ἐντολὴ – νὰ στὴ θυμίσω στὰ γρήγορα;  «ἓξ ἡμέρας ἐργὰ καὶ ποιήσεις πάντα τα ἔργα σου• τὴ δὲ ἡμέρα τὴ ἑβδόμη... οὐ ποιήσεις ἐν αὐτὴ πᾶν ἔργον, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγάτηρ σου... καὶ ὁ προσήλυτος ὁ παροικῶν ἐν σοῖ....  εὐλόγησε Κύριος τὴν ἡμέραν τὴν ἑβδόμην καὶ ἠγίασεν αὐτήν.» (Εξ. Κ 9-11)
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, μὰ σὰν βρεθεῖς σὲ μακρινὰ τηλεπαράθυρα, σὲ βλέπω νὰ ἀναλαμβάνεις στιβαρὰ τὸν ρόλο τοῦ ἱεροκατήγορου. Άλλοτε, πετώντας ἀναπόδεικτη σκανδαλολόγα λάσπη σὲ ἀρχιερεῖς καὶ ἁγιορείτικα μοναστήρια (κι ἃς εἶναι ἐκεῖνα τὰ ἴδια, ποὺ σιωπηλὰ καὶ ἀσταμάτητα καὶ σιωπηλὰ χρηματοδοτοῦν τὰ συσσίτια τῶν ἀστέγων στὸν δῆμο ποὺ κυβερνᾶς!).  Ἄλλοτε, πρὸς τέρψη καὶ ψηφοθηρία εἰδωλολατρικῶν παραοργανώσεων. Ἄλλοτε , γιὰ νὰ ἀναμασήσεις τὴν τρέντυ καὶ λίαν ψηφοθηρικὴ συζήτηση περὶ χωρισμοῦ Κράτους-Ἐκκλησίας – κι ἃς ξέρεις καλὰ ὅτι ἡ «ζεύξη» ἔγινε ἀκριβῶς γιὰ χάρη τῆς μασέλας τοῦ Κράτους. Ἀλλὰ ἴσως νὰ μὴν σὲ πειράζει, γιατί ἀπὸ τὴν ἴδια μασέλα ἴσως νὰ καταφέρεις νὰ ταϊστεῖς κι ἐσύ. Γνώριζε ὅμως πὼς πειράζει ἐμένα ἡ στάση σου, γιατί ξεχνᾶς πὼς δίνω τὸν ὀβολό μου ὑποχρεωτικὰ μὲν στὸ Κράτος (καὶ στὸν κρατικὸ μισθὸ ποὺ διεκδικεῖς), ἐθελοντικὰ δὲ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ δικό της ἔργο. Καὶ ξεχνᾶς πὼς ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν δικό μου συνειδητὸ ὀβολὸ προσφέρει ἀνυπόκριτα παντοῦ, σὲ Ἕλληνες καὶ ξένους, σὲ ὁμόπιστους καὶ ἀλλόπιστους, ἀκόμη καὶ στοὺς συνειδητοὺς ἀρνητές της!
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, μὰ ὅταν ἀνοίγουν συζητήσεις γιὰ παιδεία, λὲς πὼς στὸ σχολεῖο τῶν παιδιῶν μου τὰ Θρησκευτικὰ δὲν πολυχρειάζονται, οὔτε χρειάζεται ὁμολογιακὸς χαρακτήρας στὸ μάθημα,παρὰ μόνο μιὰ ἐγκυκλοπαιδικὴ ἀπαρίθμηση τοῦ κάθε «πιστεύω». Θυμᾶσαι τὸ ἄρθρο 16 τοῦ Συντάγματος στὸ ὁποῖο ὁρκίστηκες καὶ θὲς καὶ νὰ ξαναορκισθεῖς; Λέει ὅτι ἡ παιδεία ἀποτελεῖ βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ Κράτους καὶ ἔχει σκοπὸ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν Ἑλλήνων. Μήπως νὰ ξανασκεφτεῖς πρῶτα ἂν μὲ τέτοιες ἀπόψεις ἐκτρέπεσαι ἀπὸ τὸ Σύνταγμα καὶ τὸν ὅρκο σου;
Ζητᾶς τὴν ὀρθόδοξη ψῆφο μου, μιλώντας φλύαρα γιὰ Εὐρῶπες τῶν πολιτῶν, τῶν λαῶν, τῶν κοινωνιῶν, τῶν ξέρω ’γω. Γνώριζε ὅτι ἡ μόνη Εὐρώπη στὴν ὁποία θέλω νὰ ἀνήκω, εἶναι ἡ Εὐρώπη ποὺ σέβεται τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.  Δεκάρα τσακιστῆ δὲν δίνω γιὰ ὁράματα Εὐρώπης τῶν παιδοφίλων, τῶν κτηνοβατῶν, τῶν ὁμοφυλοφίλων, τῶν ἀρνησίθεων, τῶν οἰκονομικῶν ἐκβιαστῶν, τῶν ἐλεύθερων καζίνο καὶ τοῦ τζόγου, τῶν χρηματεμπόρων. Οἱ δικοί μου πρόγονοι δὲν ἦταν καννίβαλοι, οὔτε δουλέμποροι καὶ ἀποικιοκράτες, οὔτε ἄνοιγαν ματωμένους δρόμους γιὰ τὸ βιὸς ἄλλων λαῶν μὲ ὑποκριτικὸ προκάλυμμα τὸν Σταυρό. Οὔτε κονκισταδόρες, οὔτε κοντσιταδόρες.
Δὲν εἶμαι μέσος ὅρος, οὔτε παγκόσμια στατιστική, οὔτε κρεατοσακούλα μὲ δικαίωμα στὴν ἀμετανοησία, στὴν ψῆφο καὶ στὴν πιστωτικὴ κάρτα. Εἶμαι μαχόμενη ψυχὴ μὲ συνείδηση τῆς ἁμαρτωλῆς βιοτῆς μου ἀλλὰ καὶ τοῦ οὐρανοπολίτη προορισμοῦ μου. 
Δὲν θέλω νὰ γίνω βρυξελλιώτικος ἀνάλατος λαπάς. Προτιμῶ τὴν ἑλληνορθόδοξη ἁρμύρα, ποῦ γιὰ μένα εἶναι «τὸ ἅλας τῆς γῆς• ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῆ ἐν τίνι ἀλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθὲν ἔξω καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 5:13).
Ἄντε, καὶ στὶς ἑπόμενες κάλπες ἴσως νὰ ἔχεις ἀλλάξει ρότα, ἴσως νὰ ἔχεις βρεῖ τὴ λύση πῶς θὰ σέβεσαι τὴν πίστη καὶ τὴν πατρίδα μου καὶ ἔτσι, μὲ ἀλληλοσεβασμό,κάπως νὰ τὰ βροῦμε.

Μὲ ἐν Χριστῷ ἀγάπη,

Ἕνας Ἕλληνας Ὀρθόδοξος