Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009

Η ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. ΑΦΥΠΝΙΣΤΕΙΤΕ !


Έχοντας ανατριχιαστικά απομακρυνθεί τα ευρωπαϊκά κράτη από το συστατήριο εκείνο, ευγενές όραμα των «πατέρων» της ενωμένης Ευρώπης, επί δεκαετίες, —πριν τα ξυπνήσει βίαια η σκληρή οικονομική κρίση που ζούμε— είχαν αδίσταχτα ρι­χτεί στην κατανάλωση. Στην κατανάλω­ση —διότι όλα τα άλλα, ξεκινώντας από το στείρο Ευρωκοινοβούλιο και καταλή­γοντας στις άκαρπες, βαθμιαίες διευρύν­σεις, δεν ήταν παρά καρυκεύματα της καταναλωτικής, της υλόφρονης βουλημίας μιας δέσμης κρατών που είχαν λακτίσει την ταυτότητά τους, την Γλώσσα τους, την Θρησκεία τους, τον πνευματι­κό τους πολιτισμό.
Μέσα σ' αυτή την οργιαστική κατα­ναλωτική λάσπη έχει πέσει και η Ελλά­δα —η πνευματική, πολιτισμική μητέρα της Ευρώπης. Στην δική της καθημερινή, επίσημη και ανεπίσημη ζωή, φανε­ρώθηκε με τον πιο αναιδή, συχνά χυδαίο τρόπο, η καταναλωτική μανία, ο υλιστι­κός πυρετός που εσάρωσε —κι εξακολου­θεί να σαρώνει την προσωπικότητά της, την ταυτότητα της, αυτή που εσμίλευσαν οι αιώνες του περιπετειώδους βίου της.
Έτσι, η Ελλάδα, με βήμα γοργό, προχώρησε στον βαθμιαίο αφελληνισμό της. Καταφρονώντας τον τρισχιλιόχρονο εαυτό της, την πολύμορφη παράδοσή της που εχύμευσαν γενιές και γενιές, οι «έ­ξυπνοι» των καιρών μας ελάκτισαν την γλώσσα της, ελάκτισαν καί την θρησκεία της. Και όχι πλέον ο «λαός». Ο μηδε­νισμός ξεκίνησε από τα «υψηλά» λεγό­μενα κοινωνικά κλιμάκια: από τα πανε­πιστήμια, από τους πολιτικούς και από τους δημοσιογράφους. Καταφρονώντας τον ελληνικό εαυτό των Νεοελλήνων, άφη­σαν να καταμολυνθεί η γλώσσα, ιδίως η τρέχουσα,η λεγόμενη «καθημερινή γλώσ­σα», που είναι και η πιο ζωντανή, από μύριους αγγλισμούς, τόσο που να κυκλο­φορείς στις ελληνικές πόλεις και οι επι­γραφές των καταστημάτων κάθε φύσης να σε βεβαιώνουν πως βρίσκεσαι σε αγ­γλόφωνη χώρα. Και δεν ήταν, και δεν είναι μόνο αυτό. Παρά τον δίκαιο ξεση­κωμό μεγάλου τμήματος του ελληνικού λαού, απαγορεύτηκε η αναγραφή του θρη­σκεύματος στις ταυτότητες —ακόμη και η προαιρετική. Και είχαν λησμονήσει — κι εξακολουθούν να «λησμονούν»— οι ανεγ­κέφαλοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι πως από την ελληνική ακόμη αρχαιότητα, η Γλώσσα και η θρησκεία ήταν οι δυο ιε­ροί σύνδεσμοι της ελληνικότητάς μας. Ούτε όμως κι αυτά τα εθνικά εγ­κλήματα —που το επαναλαμβάνω: τελέ­στηκαν ξεκινώντας από τις «υψηλές» σφαίρες της νεοελληνικής κοινωνίας— ι­κανοποίησαν τους ξενόδουλους, καλοπλη­ρωμένους μηδενιστές των δυσχερών ετού­των καιρών. Προχώρησαν στην άλωση της Παιδείας: με ψεύδη, ανακρίβειες και δήθεν διεθνικιστικές ορέξεις, παραχάρα­ξαν τα βιβλία της Ιστορίας, οδήγησαν σε ασφυξία το μάθημα των Θρησκευτι­κών— ενώ ουδείς ποτέ στην νεώτερη Ελ­λάδα υποχρεώθηκε,— έστω κ έχοντας τε­λέσει θρησκευτικό γάμο— να θρησκεύει. Η παράδοση του τόπου μας οδηγούσε πάν­τα στην επισφράγιση του ιερού χαρακτή­ρα των κορυφαίων γεγονότων στη ζωή του Έλληνα πολίτη. Γιατί ουδέποτε, επί 25 και πλέον αιώνες, ζητήθηκε από τους Έλληνες να ζήσουν ως παραγωγοί-καταναλωτές, δηλαδή, να απανθρωποποιηθούν, να αποκτηνωθούν. Και σήμερα, τα «ανώτερα» κοινωνικά κλιμάκια, αυτό επιζητούν, γι' αυτό εργάζονται, αυτό τον κτη­νώδη μηδενισμό κηρύττουν. Κι έρχεται, σαν μια αγριεμένη, πολυτρικυμιώδης θάλασσα, η οικονομική ετούτη κρίση. Και σαρώνει λυσσαλέα τον αναιδέστατο υλισμό, και αδειάζει τον κοι­νωνικό βίο από κάθε νόημα, κι εκμηδε­νίζει και παραγωγούς, και καταναλωτές. Και τώρα, σ' αυτό τον τόπο που επί 25 και πλέον αιώνες γνώριζαν για ποιο σκο­πό ζουν οι Έλληνες, τώρα, για ποιό σκο­πό ζουν; —έχοντας χάσει τον εαυτό τους, και πολιτικοί, δημοσιογράφοι, πανεπι­στημιακοί, έχοντας προσβληθεί από δει­νή δυσλεξία. Πού είναι η Ελλάδα και πού οι Έλ­ληνες; Ώρα τραγικής αμηχανίας.