Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ.


15.07.09
Επίσημη τοποθέτηση του Συνδέσμου Θεολόγων Μακεδονίας Θράκης για το ζήτημα των Απαλλαγών από το Μάθημα των Θρησκευτικών.(απόσπασμα)
Κύριε Υπουργέ
Η θρησκευτικότητα αποτελεί μια από τίς σπουδαιότερες πτυχές τής ανθρώπινης ύπαρξης. Το μάθημα τών θρησκευτικών είναι το γνωστικό αντικείμενο, που βοηθά το μαθητή να αποκτήσει μια υγιή θρησκευτική συνείδηση, που να ανταποκρίνεται στην έμφυτη πνευματική του ανάγκη, αφού η πίστη στο Θεό αποτελεί ένα κύριο στοιχείο της ανθρώπινης ζωής.
Η θρησκευτικότητα μπορεί να καλύψει την ανάγκη και την αναζήτηση που έχει ο νέος για αφοσίωση και αυτοπραγμάτωση1.Η ελληνική πολιτεία, ήδη από την ίδρυσή της, διαπιστώνοντας ότι οι πολίτες της, στη μεγάλη τους πλειονοψηφία είναι ένθεοι, όπως όλοι σχεδόν οι δια μέσου των αιώνων πρόγονοί τους και επειδή υπάρχουν εκατοντάδες θρησκευτικές αιρέσεις, μερικές από τις οποίες μάλιστα είναι και επικίνδυνες, θεώρησε ως αναγκαία την ένταξη στο Πρόγραμμα Σπουδών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του μαθήματος των θρησκευτικών.Η θρησκευτική αγωγή, ως ένα από τα βασικότερα ανθρωπιστικά και κοινωνικά μαθήματα του σχολείου, αποτελεί μια σύγχρονη και απαραίτητη, ιδιαίτερα στην εποχή μας, σχολική παιδευτική διαδικασία, που στοχεύει σε ένα καινούριο άνθρωπο και ένα καινούριο κόσμο2.
Στόχος της είναι να βοηθήσει το μαθητή να καλλιεργήσει στην ψυχή του τήν επιθυμία τής συμμετοχής του στην ανακαίνιση της ανθρώπινης φύσης, που άρχισε ο Ιησούς Χριστός και συνεχίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία δια του Αγίου Πνεύματος.
Προσδοκία της είναι, επίσης, να συντελεί στη διαμόρφωση στάσεων και τρόπων ζωής, που να έχουν ως αφετηρία τους την αλήθεια, την αγάπη και την ελευθερία. Ταυτόχρονα, συντελεί σημαντικά στο να καλλιεργείται με αρτιότερο τρόπο στο σχολείο η προετοιμασία ενός ευρωπαίου ανθρώπου, που να μπορεί να συμμετέχει στη σύγχρονη κοινωνία της πληροφορίας και της τεχνολογίας, διατηρώντας όμως τα ιδιαίτερα ανθρωπιστικά και κοινωνικά στοιχεία του ελληνορθόδοξου πολιτισμού.
Το μάθημα τών θρησκευτικών οδηγεί το μαθητή μέσα από μια διαδρομή, κατά τήν οποία συναντιέται ο ελληνικός πολιτισμός με την ορθόδοξη παράδοση. Είναι η διαδρομή που βιώθηκε από το σύνολο του λαού και σχετίζεται άμεσα με αυτό που λέμε νεοελληνική ταυτότητα3.
Η ταυτότητα αυτή, εκτός από τις άλλες σχεσιακές της συνδέσεις, σχετίζεται άμεσα και με την ορθόδοξη θρησκευτική συνείδηση, το ήθος και τον τρόπο ζωής της Εκκλησίας. Η εκκλησιαστική ζωή και η χριστιανική πίστη, άλλωστε, έχουν επηρεάσει διαχρονικά την ελληνική νομοθεσία, την κοινωνική, την πολιτισμική και την πολιτική ζωή.Η οργανική αυτή σχέση αποτελεί μια από τίς πολιτισμικές ιδιαιτερότητες του ελληνικού λαού, η δε Ευρωπαϊκή Ένωση, με τίς μέχρι τώρα οδηγίες της, όχι μόνο δεν επιβάλλει την κατάργηση η παραχάραξη των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων κανενός από τους λαούς της, αλλά, αντίθετα, έχει εκφράσει τις προθέσεις της για την ανάγκη προστασίας και διατήρησής τους.Η σχολική θρησκευτική αγωγή, εμπλουτισμένη όπως είναι με ένα συνδυασμό που συμπεριλαμβάνει και τον πολιτισμικό και τον ηθικοκοινωνικό προσανατολισμό των μαθητών, απαντά ικανοποιητικά στο ομολογουμένως τεράστιο ενδιαφέρον, που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, υπάρχει τα τελευταία χρόνια τόσο στην Ελλάδα, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, για τη θρησκεία και την πίστη4.
Το μάθημα τών θρησκευτικών, εκτός τών άλλων, εμπνέει και ηθικοκοινωνικές αρχές στούς μαθητές. Τα τελευταία χρόνια, έντονη είναι η αίσθηση ότι η αληθινή κοινωνικότητα και το γνήσιο ανθρώπινο ήθος αποτελούν σπάνια φαινόμενα στις σύγχρονες κοινωνίες5.
Αν και η εποχή μας είναι έντονα επικοινωνιακή, οι άνθρωποι αισθάνονται μεγάλη μοναξιά, κλείνονται στον εαυτό τους και «κυριαρχούνται από το στοιχείο της διαφωνίας, της αντιπαράθεσης και της σύγκρουσης»6.
Αυτή η έλλειψη αληθινής κοινωνίας προσώπων είναι το βασικό πρόβλημά τους, αφού θεωρείται η πηγή όλων τών αρνητικών καταστάσεων τής πολιτικοκοινωνικής ζωής.
Το μάθημα τών θρησκευτικών, μέσα από τήν αληθινή αγάπη, που πηγάζει από τήν πίστη και το έντονο κοινωνικό και ευχαριστιακό πνεύμα της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωής, αποζητά την προσωπική σχέση και καλλιεργεί την κοινωνικότητα, καθώς και τις αληθινές διανθρώπινες, οικουμενικές και διαπροσωπικές σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους και λαούς7.