Παρασκευή 3 Απριλίου 2009

ΡΗΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ


ο π.Βαρθολομαίος προδίδει συνεχώς αποφάσεις οικουμενικών συνόδων αλλά και την ταυτότητα μας σαν ελληνορθόδοξοι .

Η Ρώμη διεκδικεί την ταυτότητα της «μοναδικής πραγματικής Εκκλησίας του Χριστού στον κόσμο», χωρίς να είναι πρόθυμη να απαρνηθεί στο ελάχιστο την πεποίθησή της αυτή. Αναγνωρίζει μεν, ότι υπάρχουν και εκτός της «Καθολικής Εκκλησίας πολλά στοιχεία καθαγιασμού και αλήθειας», αλλά ο Παπισμός είναι η μόνη αληθινή Εκκλησία του Χριστού. «Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες» (όχι: Η Ορθόδοξος Εκκλησία) είναι μεν «εκκλησίες», αλλά πάσχουν από ένα «έλλειμμα», μη αναγνωρίζοντας τον Πάπα ως διάδοχό του (Αποστόλου) Πέτρου, αρνούμενες δηλαδή, η μη δεχόμενες ακόμη, το παπικό Πρωτείο, που θεμελιώνεται στην περί Πέτρου παπική διδασκαλία.
Όταν αυτά δεν τα λέγει ένας οιοσδήποτε Πάπας, αλλά ο σημερινός, που είναι σπουδαίος ρωμαιοκαθολικός δογματολόγος, το πράγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα.Έχουμε εισέλθει, οι Ορθόδοξοι, σε διάλογο με τον Παπισμό, ο οποίος (διάλογος) μάλιστα ανανεώθηκε τελευταία, με την συγκατάθεση των Οικουμενιστών μας, που δέχονται στην πράξη τις δηλώσεις του Πάπα. Άρα προχωρούμε με βάση την φιλοσοφική αρχή της «λήψεως του αιτουμένου», κάτι που σημαίνει την εκ μέρους μας «ελλειμματική», πράγματι, συμμετοχή, όσον αφορά στην δική μας αυτοσυνειδησία και το εκκλησιαστικό αυτοσυναίσθημά μας. Με μειωμένο αυτοσυναίσθημα και αναγνώριση του «εκκλησιαστικού ελλείμματός» μας αδικούμε και αρνούμεθα την Ορθοδοξία των Αγίων μας, όλων των αιώνων, συνομολογώντας σιωπηρά την κατά τον Πάπαν μη πληρότητα της Εκκλησίας μας. Πόσο μάλλον, όταν ο Πάπας δεν παραλείπει να προσθέσει: «Ο διάλογος δεν μπορεί να είναι μία αφορμή, για να προσαρμόσει ή να μαλακώσει αυτό που πιστεύει (ο Παπισμός) ότι είναι»! Καμμία διάθεση, δηλαδή, υποχωρήσεως εκ μέρους του. Το αστείο εδώ, και τραγικό συνάμα, είναι, ότι οι οικουμενιστές Ποιμενάρχες μας διακηρύσσουν ότι μετέχουμε στους θεολογικούς διάλογους, για να διαφωτίσουμε και διδάξουμε τους ετεροδόξους!
Βέβαια, η Χάρη του Θεού πολλά πράγματα μπορεί να μεταβάλει, οδηγώντας σε ανατοποθετήσεις και τελικά στην μετάνοια. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα, ούτε βοηθούν την ενεργοποίηση της Θείας Χάριτος μέσα μας η δουλική συμμετοχή στον διάλογο και οι χαλαρές «αντιδράσεις», που απλώς επιβεβαιώνουν την πολύ γνωστή στο Βατικανό ηττοπάθεια και αδυναμία μας. Δεν θα ήταν λογικό να λεχθεί, με αξιοπρέπεια και αγάπη για την Αλήθεια, στον Πάπα, ότι, εφ' όσον γίνονται παρόμοιες δηλώσεις, η συμμετοχή μας στον διάλογο είναι μάταιη και συνιστά a priori παραδοχή του Παπικού πρωτείου και της μοναδικότητος της Λατινικής Εκκλησίας;